YΠΟΜΝΗΜΑ ΠΡΟΣ ΥΠΟΥΡΓΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ & ΑΙΤΗΜΑ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗΣ

 

 

 Χολαργός  20. 6. 2017

 Aριθ. Πρωτ.49

Ταχ. Δνση: Ελευθερίου Βενιζέλου 59α                                                                                                                                                                                       

Τ.Κ.: 15561, Χολαργός                                                                                              

Ιστοσελίδα: http://www.kairosnet.gr

Ηλ. Δνση: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.                                                                               

 

Αξιότιμο

                                                                                        Υπουργό Παιδείας, Έρευνας & Θρησκευμάτων

                                                                                                              κ. Κ. Γαβρόγλου

                                                       

                                                                                   

Κύριε Υπουργέ,

Ο Πανελλήνιος Θεολογικός Σύνδεσμος «ΚΑΙΡΟΣ–για την αναβάθμιση της θρησκευτικής εκπαίδευσης»,  που ιδρύθηκε το 2009 με κύριο σκοπό την ουσιαστική αναβάθμιση της παρεχόμενης θρησκευτικής εκπαίδευσης στα σχολεία της χώρας, ενδιαφέρεται παράλληλα και παρακολουθεί με ιδιαίτερη προσοχή κάθε εξέλιξη που αφορά στα εκπαιδευτικά πράγματα της χώρας γενικά∙ συζητά και διαλέγεται με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς που καταθέτουν προτάσεις αλλαγών και μεταρρυθμίσεων και φυσικά ως επιστημονικός σύλλογος με μέλη από όλες τις βαθμίδες  της εκπαίδευσης επεξεργάζεται και διατυπώνει προτάσεις, αλλά ασκεί και εποικοδομητική  κριτική παρεμβαίνοντας στη τρέχουσα εκπαιδευτική επικαιρότητα. Σύμφωνα με αυτά ο σύλλογός μας θα ήθελε να θέσει υπόψη σας τα εξής:

 

1. ΝΕΟ ΛΥΚΕΙΟ: Πριν από οποιαδήποτε άλλη κρίση για τις  προτάσεις  του ΙΕΠ σχετικά με το περιεχόμενο και τον ρόλο  του «νέου Λυκείου»,οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ως ιδιαίτερα θετικό το γεγονός ότι το Υπουργείο θέτει επί τάπητος το πρόβλημα, ομολογώντας πλέον δημόσια, την ανεπάρκεια και τη βαθιά κρίση που χαρακτηρίζουν αυτή τη βαθμίδα της δευτεροβάθμιας  εκπαίδευσης.

Στο πλαίσιο αυτό αντιμετωπίζουμε κατ’ αρχάς θετικά κάθε συζήτηση για τον χαρακτήρα του Λυκείου, αναγνωρίζοντας, ότι απαιτούνται ριζικές και ουσιαστικές αλλαγές, για να πάψει η υπαγωγή και απορρόφηση της εκπαιδευτικής αυτής βαθμίδας από την ασφυκτική και στρεβλή διαδικασία των εισαγωγικών εξετάσεων και να ανακτήσει τον αυτοτελή μορφωτικό χαρακτήρα που οφείλει να έχει στην αγωγή των νέων. Στη κατεύθυνση αυτή είναι προφανές ότι το νέο Λύκειο οφείλει να εξασφαλίσει στο πρόγραμμά του όχι μόνο διευρυμένο χρόνο διδασκαλίας ή χώρο για τις δημιουργικές και ερευνητικές εργασίες αλλά και την πλήρη αποκοπή του από το σημερινό χρησιμοθηρικό και πεπαλαιωμένο τεχνοκρατικό πλαίσιο λειτουργίας του.

       Παραμένει ανησυχητικό το γεγονός ότι το σχέδιο για το «νέο Λύκειο» παροπλίζει, αν δεν ακυρώνει παντελώς, την κοινωνική απαίτηση για μια ηθική και θρησκευτική αγωγή, η οποία είναι απαραίτητη για την ψυχική και πνευματική ανάπτυξη καθώς και για την κοινωνική  ωρίμανση των σημερινών νέων. Στο πλαίσιο αυτό, η πρόβλεψη για το μάθημα των Θρησκευτικών ως «επιλεγόμενο» για τη Β΄ και Γ΄ Λυκείου, συνιστά σαφή υποτίμηση της ανάγκης για συστηματική και ουσιαστική θρησκευτική αγωγή και μάλιστα στην πιο κρίσιμη ηλικιακή φάση της εφηβείας -αυτής της "πρώιμης ενήλικης ζωής" των αυριανών Ελλήνων πολιτών. Πολύ περισσότερο, που η θρησκευτική αγωγή αποτελεί ρητή υποχρέωση του ελληνικού Σχολείου σύμφωνα με το Σύνταγμα της Ελληνικής Δημοκρατίας, τις Συστάσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης καθώς και την καταξιωμένη πρακτική στα εκπαιδευτικά συστήματα των άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Η πρόταση αυτή προχωρά δυό βήματα παραπάνω στη πρόταση μιας άλλης επιτροπής που είχε προτείνει για το ίδιο θέμα, το μάθημα ως επιλεγόμενο και στη Α΄ Λυκείου(2010)

Στο σημείο αυτό οφείλουμε μια αναφορά στην σημερινή ευρωπαϊκή ομοφωνία για την αναγκαιότητα της θρησκευτικής αγωγής στο πλαίσιο της δημόσιας εκπαίδευσης, στην οποία ενυπάρχουν δύο παραδοχές που τίθενται ταυτόχρονα και ως προτάγματα στον σχεδιασμό και την υλοποίησή της: α. Η αναγνώριση της συμβολής της θρησκευτικής αγωγής στον εμπλουτισμό της ανθρωπιστικής διάστασης της εκπαίδευσης και στην εξ αυτής συγκρότηση του ανθρώπινου υποκειμένου-μαθητή. β. Η αναγνώριση της κοινωνικής κρισιμότητας του θρησκευτικού φαινομένου, το οποίο -ως παράγοντας άλλοτε συνεκτικός κι άλλοτε διαλυτικός- απαιτεί νηφάλια, διαλλακτική και κριτική ερμηνευτική προσέγγιση, που δεν πρέπει επ' ουδενί να εκχωρηθεί ή να παραθεωρηθεί από τη δημόσια εκπαίδευση.

         Ο Πανελλήνιος Θεολογικός Σύνδεσμος ΚΑΙΡΟΣ είναι πεπεισμένος, ότι η απάντηση στα παραπάνω διλήμματα δεν βρίσκεται στην υποβάθμιση αλλά στην αναβάθμιση της θρησκευτικής εκπαίδευσης στη χώρα μας. Για τον λόγο αυτό προτείναμε από την αρχή ένα μάθημα Θρησκευτικών, υποχρεωτικό για όλους τους μαθητές «ανεξάρτητα από τη θρησκευτική ή μη προέλευση και ταυτότητά τους» και ταυτόχρονα «αναβαθμισμένο, ώστε να μπορεί πράγματι να λειτουργήσει ως παράγοντας εμβάθυνσης και εμπλουτισμού της ίδιας της δημοκρατίας: ενθαρρύνοντας την κατάργηση στερεοτύπων και προκαταλήψεων, καλλιεργώντας την υπευθυνότητα και εμπνέοντας την έμπρακτη αγάπη για τον συνάνθρωπο και την κτίση».  Η αρχή προς την κατεύθυνση  αυτή έγινε ήδη με την αποφασιστική, αν και χωρίς σωστό σχεδιασμό και παντελλώς ελλιπή υποστήριξη στη βάση, της επιλογής του ΥΠΠΕΘ να προχωρήσει στην εφαρμογή από τη τρέχουσα σχολική χρονιά του νέου ΠΣ για τα Θρησκευτικά σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Η απομάκρυνση από την πολιτική αυτή με τον εξοβελισμό του μαθήματος στη σφαίρα των επιλεγόμενων (στη Β΄και Γ΄Λυκείου) αναιρεί στην πράξη τη πολιτική αυτή και θέτει εν αμφιβόλω τις αρχές που την υπαγόρευσαν, έπειτα από είκοσι και πλέον χρόνια στασιμότητας στο θέμα του περιεχομένου, του τρόπου διδασκαλίας αλλά κυρίως του μορφωτικού στόχου του μαθήματος.

2. NEOΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ: η αναβάθμιση της θρησκευτικής εκπαίδευσης απαιτεί φυσικά ένα νέο σε  περιεχόμενο και διδακτικές προτάσεις πρόγραμμα σπουδών, όπως αυτό που πρόσφατα υιοθετήθηκε από το Υπουργείο Παιδείας και παρά τις ποικίλες αντιδράσεις τέθηκε ήδη σε εφαρμογή. Το νέο ΠΣ για τα Θρησκευτικά κομίζει  μια  διαφορετική, σε σχέση με το παρελθόν, αντίληψη τόσο για το περιεχόμενο του μαθήματος, όσο και για τον τρόπο διδασκαλίας του, αφού υλοποιεί ποικίλες δοκιμασμένες και σύγχρονες παιδαγωγικά τεχνικές και σταρτηγικές διδασκαλίας και μάθησης. Η προσθήκη του κατάλληλου εκπαιδευτικού υλικού θα διευκολύνει σε μεγάλο βαθμό τον εκπαιδευτικό, στη διαδικασία ανάπτυξής του μέσα στην τάξη και θα αυξήσει δραματικά την επιτυχή του διεκπεραίωση, ώστε πραγματικά οι μαθητές του σύγχρονου ελληνικού σχολείου να αντιληφθούν την ιδιαιτερότητα τόσο της δικής τους θρησκευτικής ταυτότητας αλλά και να ενημερωθούν με τρόπο αντικειμενικό για τις θρησκευτικές παραδόσεις του κόσμου χωρίς προκαταλήψεις και αφορισμούς. Τέλος θεωρούμε, πως η προγραμματισμένη από την πλευρά του υπουργείου προκήρυξη σύνταξης  οριστικών διδακτικών εγχειριδίων για την υποστήριξη του νέου ΠΣ, πρέπει να προχωρήσει με ταχείς ρυθμούς και χωρίς τη χρονοβόρο διαδικασία που ακολουθήθηκε για την οργάνωση της επιμόρφωσης των θεολόγων. Οι φάκελοι μαθήματος που θα υποστηρίξουν άμεσα την εφαρμογή στη τάξη του νέου ΠΣ δεν μπορεί παρά να είναι μια προσωρινή λύση ανάγκης.

3. ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟΤΗΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ-ΩΡΑΡΙΟ: Είναι νομίζουμε αυτονόητο, ότι για την ορθή εφαρμογή του νέου προγράμματος σπουδών, την ταχεία εμπέδωσή τους στη σχολική κοινότητα αλλά και την ορθή αποτίμηση του αποτελέσματος μέσα από την διερεύνηση της διδακτικής του υλοποίησης, απαιτείται το μάθημα να διατηρήσει τον υποχρεωτικό του χαρακτήρα. Με την συνθήκη αυτή συνάπτεται άμεσα και αυτή της διατήρησης του ωραρίου διδαδκαλίας ως έχει σήμερα, καθώς μια τυχόν μείωσή του θα επιφέρει σοβαρές στρεβλώσεις τόσο στο τρόπο διδασκαλίας του όσο και στην επίτευξη των προσοδκώμενων μαθησιακών αποτελεσμάτων, που με σαφήνεια ορίζονται σε κάθε τάξη.

4. ΔΙΔΑΚΤΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ: μια ακόμη σοβαρή περάμετρος της επιτυχούς εφαρμογής του νέου ΠΣ για τα Θρησκευτικά είναι αυτή της επαρκούς στελέχωσης των σχολικών μονάδων με το κατάλληλο αλλά και σωστά προετοιμασμένο διδακτικό προσωπικό. Η απουσία διορισμών τα τελευταία οκτώ τουλάχιστον χρόνια έχει δυσμενείς συνέπειες στην διδασκαλία του μαθήματος. Η περιορισμένη πρόσληψη αναπληρωτών από την ήδη μεγάλη δεξαμενή αδιορίστων πτυχιούχων των θεολογικών σχολών αλλά και η απαράδεκτη για το  σύλλογό μας γ΄ανάθεση διδασκαλίας του μαθήματος στην ειδικότητα των φιλολόγων(ΠΕ02), έχει δημιουργήσει ιδιαίτερα προβλήματα στην ορθολογική διαχείριση των διαφόρων πτυχών του νέου ΠΣ για τα Θρησκευτικά, στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Υποθέτουμε ότι ιδιαίτερα η τελευταία ρύθμιση θα αφορούσε εξαιρετικές περιπτώσεις δυσπρόσιτων και γεωγραφικά απομακρυσμένων ή παραμεθόριων σχολικών μονάδων, όπου παρά τις σοβαρές μας αντιρρήσεις, θα ήταν δυνατόν να γίνει αποδεκτή για συγκεκριμένους πρακτικούς λόγους. Ωστόσο, η εμπειρία του τρέχοντος σχολικού έτους απέδειξε ότι  αυτό δεν ισχύει, εφόσον το μάθημα διδάχθηκε από φιλολόγους ως γ΄ανάθεση σε αστικά περιβάλλοντα όπως αυτό της περιφέρειας Αττικής(!). Μαζί με την άμεση απόσυρση αυτής της διάταξης, ο σύλλογός μας αναμένει με ιδιαίτερο ενδιαφέρον την εκδήλωσης της βούλησης του υπουργείου, τόσο για την έγκαιρη στελέχωση των σχολείων-για το νέο σχολικό έτος-με τον απαιτούμενο αριθμό θεολόγων καθηγητών, όσο και για τη συνέχεια της απολύτως απαραίτητης επιμόρφωσης του εκπαιδευτικού θεολογικού δυναμικού, σε όλη τη χώρα, πάνω στα νέα ΠΣ του μαθπήματος.

5. ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΑΠΑΛΛΑΓΗΣ: Το θέμα των απαλλαγών από το μάθημα έχει απασχολήσει από το παρελθόν τόσο την ελληνική πολιτεία όσο και τους αμεσότερα ενδιαφερομένους, όπως είναι οι συλλογικοί φορείς των θεολόγων εκπαιδευτικών. Η πλέον πρόσφατη νομοθετική ρύθμιση, που ισχύει ακόμα (εγκύκλιος Λοβέρδου), εξυπηρετεί με αρκετά ικανοποιητικό τρόπο το θέμα. Ωστόσο με την εφαρμογή του νέου ΠΣ δημιουργούνται νέα δεδομένα που σχετίζονται τόσο με το περιεχόμενο του μαθήματος όσο και με τους στόχους που εξυπηρετεί πλέον στη σχολική τάξη. Η απομάκρυνση του «κατηχητισμού», η αντικειμενικότερη παρουσίαση των βασικών θεμάτων, οι σαφώς περιγραφόμενοι στόχοι και τα περιγραφόμενα μαθησιακά αποτελέσματα, δημιουργούν την ανάγκη μιας νέας πρωτοβουλίας για την οριστική-ελπίζουμε-ρύθμιση του θέματος. Παρά την διακηρυγμένη από έγκριτους νομικούς, αδυναμία νομοθέτησης πλαισίου πλήρους απαγόρευσης ή κατάργησης των απαλλαγών, διάφορα «μοντέλα» διαχείρισης του προβλήματος, όπως αυτό της Νορβηγίας, ωθούν προς την υιοθέτηση ενός σαφέστερου και πλέον λειτουργικού τρόπου ρύθμισης των απαλλαγών. Η επισήμανση π.χ. με σαφήνεια και ακρίβεια από τον αιτούμενο απαλλαγή των σημείων του μαθήματος που «προσβάλλουν» την προσωπική του θρησκευτική δέσμευση όσο και η έγκριση της αίτησης όχι από τον διευθυντή του σχολείου αλλά από κάποιο κεντρικό, ενδεχομένως μέσα στο υπουργείο, συμβουλευτικό όργανο, θα περιορίσει ίσως σημαντικά την υπάρχουσα σήμερα διάθεση εκμετάλλευσης της ισχύουσας νομοθεσίας για την άκριτη και μαζική απαλλαγή, πολύ δε περισσότερο για την ελάφρνση και μόνο, κατά ένα μάθημα, του ωρολογίου μαθητικού προγράμματο. Το παράδειγμα επίσης άλλων χωρών που έχουν εισαγάγει στο πρόγραμμά τους ένα εναλλακτικό μάθημα, με παρεμφερές περιεχόμενο, ώστε να να μην καταστρατηγείται τόσο βάναυσα, η ισονομία και ισοπολιτεία των φοιτούντων μαθητών, δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητο.

6. ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΕΣ ΕΟΡΤΕΣ & ΑΡΓΙΕΣ: Η Ελληνική Πολιτεία από ικανού χρόνου (1979) έχει ρυθμίσει τα των θρησκευτικών σχολικών εορτών και αργιών του σχολικού έτους και μάλιστα όχι μόνο των σχετιζομένων με την επικρατούσα κατά το ισχύον Σύνταγμα θρησκείας αλλά και μερικών ακόμη όπως του Ρωμαιοκαθολικού δόγματος, του Ισλάμ και του Ιουδαϊκού θρησκεύματος, που αφορούν σε μειοψηφίες ελλήνων μαθητών. Ωστόσο, το θέμα που αναδεικνύεται περιοδικά ως πρωτεύον, κυρίως λόγω της πολυσημίας και διαφορετικής ερμηνευτικής προσέγγισης της διάταξης στη πράξη, είναι αυτό της εορτής των Τριών Ιεραρχών. Το ζήτημα αυτό προκαλεί αναιτίως κατά τη γνώμη μας τριβές μεταξύ των παραγόντων της εκπαιδευτικής κοινότητας, των θεολόγων και των ενώσεών τους και της Εκκλησίας. Το ιστορικό της καθιέρωσης της εορτής των Τριών Ιεραρχών, ευθύς με την ίδρυση του Νεοελληνικού κράτους και τη λειτουργία του πρώτου πανεπιστημίου στην Αθήνα, αποδεικνύει ότι η καθιέρωση αυτή σχετίζεται με τα ελληνικά γράμματα, που με ιδιαίτερο τρόπο καλλιέργησαν τα τιμώμενα πρόσωπα στη διάρκεια του βίου τους και της πολυπρισματικής  όντως  ενασχόλησής τους με τον άνθρωπο και τα προβλήματα της ζωής του. Επομένως, πιστεύουμε πως δεν αρμόζει στη περίσταση αλλά και στην μακρά ιστορία του ζητήματος η οποιαδήποτε και με οποιοδήποτε τρόπο εκμετάλλευση της εορτής των Τριών Ιεραρχών, η οποία πρέπει να διαφυλαχθεί ως μια ευκαιρία περισυλλογής, μελέτης και αναστοχασμού, πάνω στα προβλήματα της εκπαίδευσης, των μαθητών και των εκπαιδευτικών. Προτείνουμε, λοιπόν, αφενός η ημέρα αυτή όχι μόνο να καθιερωθεί ως ημέρα σχολικής αργίας (δηλαδή μη μαθημάτων) αλλά να αποκτά κάθε χρόνο με επίσημη πρωτοβουλία –πρόταση του υπουργείου παιδείας ένα ιδιαίτερο θεματικό περιεχόμενο, το οποίο γνωστοποιούμενο εγκαίρως στις σχολικές μονάδες, να αποτελεί δείκτη και οδηγό για τη διοργάνωση, μέσα στο σχολείο-μετά τον εκκλησιασμό-ειδικής θεματικής εκδήλωσης. Η μελέτη του έργου των Τριών Ιεραρχών δίνει πλήθος αφορμές για την ανάδειξη ενός κεντρικού θέματος, που θα αποτελεί κάθε χρόνο το σημείο αναφοράς του εορτασμού μέσα στη σχολική κοινότητα. Εξυπακούεται ότι η εορτή των Τριών Ιεραρχών ως σχολική εορτή δεν είναι εορτή των θεολόγων αλλά όλων των εκπαιδευτικών∙ πρόκειται για ένα ακόμη σημείο «στρέβλωσης», που ίσως καλλιεργήθηκε και από μια επαναλαμβανόμενη παράδοση (ομιλία του θεολόγου καθηγητή) σε βάθος χρόνου. Το σύγχρονο ελληνικό σχολείο έχει την ευκαιρία να αποκτήσει ένα σημείο αναφοράς με την εορτή των Τριών Ιεραρχών καθώς οι τιμώμενοι κατά γενική ομολογία υπηρέτησαν με αφοσίωση και αγάπη τον άνθρωπο και ασχολήθηκαν με πάθος για τη λύση των προβλημάτων των και, επομένως, μπορούν να λειτουργήσουν ως πρότυπα ζωής και δράσης για τον σύγχρονο εκπαιδευτικό που προσπαθεί να υπηρετήσει το αντικείμενό του σε μια παγκοσμιοποιημένη κοινωνία, όπως εκείνη της εποχής των Τριών Ιεραρχών και σε μια «πολύχρωμη», «πολυθρησκευτική» και «πολυπολιτισμική» σχολική τάξη.

Κύριε Υπουργέ

Ως επίμετρο των βασικών θεμάτων που θέτουμε υπόψη σας, με το παρόν υπόμνημα, υποβάλλουμε το αίτημα της συνάντησης του Διοικητικού Συμβουλίου του συλλόγου μας, σε χρόνο, που θα επιτρέψουν οι ιδιαίτερες υποχρεώσεις σας.

                                                              Για  το   Διοικητικό Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος                                                                                                                 Ο Γ.Γραμματέας

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΜΟΣΧΟΣ                                                                                ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ

Αναπληρωτής Καθηγητής                                                                          Θεολόγος –Φιλόλογος

Τμήματος Θεολογίας                                                                                   Διευθυντής  Λυκείου

Θεολογικής Σχολής ΕΚΠΑ