Περί γάμου στη Μεγάλη Σύνοδο της Κρήτης: Προβλήματα, εκκλησιαστική οικονομία, αναστολές και τελικά συμπεράσματα, ενότητα 3η

 

Γάμος και συλλογικός άνθρωπος, ύστερες ιστορικές παγιώσεις και σύγχρονη ρευστότητα – Μέρος ΙΙΙ

Κριτικά υποστηρικτικά σχόλια για την Μεγάλη Σύνοδο της Κρήτης 2016

Του Παναγιώτη Α. Μπούρδαλα*

Συνέχεια από το Ορθόδοξος Αρραβώνας & Γάμος, κωλύματα και κρατικές πολιτικές–Μέρος ΙΙΙ -Ενότητα 2η– Σχόλια για την Αγία & Μεγ. Σύνοδο της Κρήτης 2016

Προλογικά

Η 3η και τελευταία Ενότητα, με γενικό τίτλο «Προβλήματα, εκκλησιαστική οικονομία, αναστολές και τελικά συμπεράσματα», περιλαμβάνει εν είδει επιλόγου, τα επόμενα τέσσερα μικρά κεφάλαια, μαζί με τις αναγκαίες παραπομπές, το παράρτημα με τις σχετικές αποφάσεις της Συνόδου της Κρήτης και την προαναγγελίας της επόμενης ανάρτησης:

VΙΙ. Η συγκατάβαση στο γάμο μεταξύ ορθοδόξων και ετεροδόξων

VIΙΙ. Η έμμεση συγκατάβαση για τον γάμο πρώην μοναχών

VΙΧ. Ζητήματα για το γάμο των ορθοδόξων κληρικών

X. Περί διαζυγίων και εσωτερικών προβλημάτων του γάμου

XΙ. Επιλεγόμενα

XΙΙ. Παράρτημα 2ο

Παραπομπές

Επόμενη ανάρτηση

********

………………………………..

VΙΙ. Η συγκατάβαση στο γάμο μεταξύ ορθοδόξων και ετεροδόξων

Η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος εδογμάτισε «ν τ βαθεί κκλησιαστικ ατοσυνειδησί» ότι « ρθόδοξος κκλησία,…»  αποτελεί την «Μία, γία, Καθολική καί ποστολική κκλησία…» (Σχέσεις Ορθοδόξου Εκκλησίας προς λοιπόν χριστιανικόν κόσμον, παράγρ. 1). Επίσης θεωρεί ότι ο συνδυασμός «ορθής πίστης» (1ο προαπαιτούμενο) και «αγάπης» (2ο προαπαιτούμενο) μπορεί να οδηγήσει στην «τελική αποκατάστασι … της ενότητος…». (Σχέσεις Ορθοδόξου Εκκλησίας προς λοιπόν χριστιανικόν κόσμον,  παράγρ.  12). Ταυτόχρονα αυτή «… νότης ποία ναζητεται ν τ Π.Σ.Ε. δέν δύναται νά εναι προϊόν μόνον θεολογικν συμφωνιν, λλά καί τς ν τος μυστηρίοις τηρουμένης καί βιουμένης ν τ ρθοδόξ κκλησί νότητος τς πίστεως». (Σχέσεις Ορθοδόξου Εκκλησίας προς λοιπόν χριστιανικόν κόσμον, παράγρ. 18).

Στο πλαίσιο αυτό όρασης και συνείδησης για τον εαυτό της και τους ετεροδόξους αποφάσισε  και για τους λεγομένους μικτούς γάμους. Οφείλουμε όμως να σημειώσουμε, ότι όταν αποφάνθηκε για τον Ορθόδοξο γάμο, ουσιαστικά μίλησε για την διπλή ιερολογία του γάμου (μνηστείας και στεφάνων, δηλαδή αρραβώνα και γάμου), δηλαδή για ακολουθίες που εδώ και εκατονταετίες τελούνται έξω από την Ευχαριστιακή Σύναξη κατά κανόνα.

Επομένως συνδυάζοντας το πλαίσιο των δύο αποφάσεων (Ορθόδοξος γάμος και τις σχέσεις με τον λοιπόν χριστιανικό κόσμο) μπορούμε να δεχτούμε στέρεα ότι μιλώντας για τους μικτούς γάμους, αποφάνθηκε για την ιερολογία του γάμου και εδώ κατά μείζονα λόγο έξω από την Ευχαριστιακή Σύναξη.

Παρόλα ταύτα ορθά αποφάσισε ότι (ΙΙ. 6. i) « γάμος ρθοδόξων μεθ’ τεροδόξων κωλύεται κατά κανονικήν κρίβειαν (κανών 72 τς Πενθέκτης ν Τρούλλ Συνόδου).»

Επειδή όμως σε πολλές χώρες η πίεση για μικτούς γάμους είναι μεγάλη, κυρίως από πολιτισμικά ορθοδόξους με ετεροδόξους, έδωσε πολύ ορθά κατά οικονομία τη δυνατότητα κάθε τοπική Ορθόδοξη Εκκλησία να αποφασίζει τοπικά με «πνεύμα ποιμαντικής διάκρισης», αφού δεν ομιλούμε για κοινή συμετοχή στο Μυστήριο της Ευχαριστιακής Σύναξης. Συγκεκριμένα αποφάνθηκε (ΙΙ. 6. ii): « δυνατότης φαρμογς τς κκλησιαστικς οκονομίας ς πρός τά κωλύματα γάμου δέον πως νά ντιμετωπίζεται πό τς ερς Συνόδου κάστης ατοκεφάλου ρθοδόξου κκλησίας, συμφώνως πρός τάς ρχάς τν ερν κανόνων, ν πνεύματι ποιμαντικς διακρίσεως, πί τ σκοπ τς σωτηρίας το νθρώπου.».

Όσον αφορά  τους γάμους μεταξύ ορθοδόξων και μη χριστιανών (παντελώς αβάπτιστους στο όνομα της Αγίας Τριάδας) αποφάνθηκε ορθά ότι δεν μπορεί να γίνει ιερολογία «απολύτως» κατά «κανονική ακρίβεια» (ΙΙ. 6. iii):  « γάμος ρθοδόξων μετά μή χριστιανν κωλύεται πολύτως κατά κανονικήν κρίβειαν». Βεβαίως απομένει χωρίς καθαρή απάντηση πως μπορεί να γίνει κατά οικονομία. Εννοείται ότι κάθε τοπική Εκκλησία θα βρεί τρόπους. Θυμίζω όμως ότι, κατά τον Απ. Παύλο και την ποιμαντική της αρχαίας Εκκλησίας, υπήρχε ο πολιτικός γάμος της εποχής και ο βαπτισμένος πιστός «αγίαζε το μη πιστό μέλος» δια της δικής του συμμετοχής στην Ευχαριστιακή Σύναξη.

VIΙΙ. Η έμμεση συγκατάβαση για τον γάμο πρώην μοναχών

Όπως σημειώσαμε στο κεφάλαιο ΙV (τα τρία πνευματικά στάδια, κλπ) η πνευματική πορεία συμβολικά εκφράζεται από τρείς βαθμίδες. Οι βαθμίδες αυτές εκφράζονται και στην μοναχική / μοναστική πορεία που μπορεί να ακολουθήσει ένας / μία ορθόδοξος πιστός.

Το πρώτο στάδιο είναι αυτό της δοκιμής σε Μοναστήρι (σπάνια σε Σκήτη ή Καλύβα) που κατ’ αρχήν είναι στα τρία έτη και ο μοναχός ονομάζεται δόκιμος και αντιστοιχεί στην πνευματική βαθμίδα του «δούλου». Στην ουσία δεν πρόκειται για μοναχό, αλλά για υποψήφιο μοναχό. Μερικές φορές υπάρχει και ευχή ρασοφορίας. Το δεύτερο στάδιο είναι αυτό του «Μικρού Σχήματος», που πνευματικά αντιστοιχεί στη βαθμίδα του «μισθωτού», γίνεται ακολουθία με κουρά και πιθανή αλλαγή του ονόματος. Εδώ αρχίζει η μοναχική / μοναστική πορεία και πρόκειται για ατελή μοναχό, αλλά πάντως μοναχό. Αντιστοιχεί στην βαθμίδα της μνηστείας όσον αφορά την συζυγία ή του ιερέα (πρεσβύτερο) όσον αφορά τις ειδικές ιερατικές βαθμίδες. Η τελευταία και τρίτη βαθμίδα, πάλι με ειδική ακολουθία και κουρά, αποτελεί το «Μεγάλο Σχήμα» και πνευματικά αντιστοιχεί στη βαθμίδα του «υιού».

Δυστυχώς στην εποχή της εκκοσμίκευσης αφενός πολλά μοναστήρια είναι κοντά στον κόσμο ή σε άλλα έχει εισχωρήσει μέρος της εκοσμίκευσης σ’ αυτά. Αποτέλεσμα αυτής της θεώρησης είναι όχι η αύξηση του χρόνου δοκιμής πάνω από τα τρία έτη ώστε να βεβαιωθούν πνευματικός οδηγός και δόκιμος για ένα δρόμο που «δίνεται σε λίγους», αλλά συχνά είναι και μικρότερος. Τι σοφά έπραττε ο (+2008) Γέροντας Θεόκτιστος του απομονωμένου στον Λούσιο ποταμό Μοναστηριού του Τιμίου Προδρόμου, ο οποίος αργούσε αρκετά την κουρά των δοκίμων….

Αποτέλεσμα αυτού του άσχημου κλίματος είναι, όχι μόνο η ορθή και κανονική εγκατάλλειψη της δοκιμής, αλλά και η εγκατάλλειψη της μοναχικής πορείας μετά από λίγα χρόνια από τη δεύτερη συμβολική βαθμίδα (Μικρό Σχήμα) με πέρασμα κατόπιν στην άλλη παράλληλη πορεία, αυτών του εκκλησιαστικού γάμου.

Η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος πολύ ορθά θέτει το ζήτημα στην κανονική του διάσταση (ΙΙ. 3) «Συμφώνως πρός τούς ερούς κανόνας κωλύεται κατ’ κρίβειαν ερολόγησις γάμου μετά τήν μοναχικήν κουράν (καν. 16 τς Δ’ Οκουμενικς Συνόδου καί 44 τς Πενθέκτης ν Τρούλλ Συνόδου).»

Αν λάβουμε υπόψιν την εκκλησιαστική οικονομία, όσο και τα ζητήματα που θέσαμε συνοπτικά, τίθεται πάλι η δυνατότητα για «ιερολόγηση του γάμου» -ο πολιτικός πλέον επιτρέπεται- μετά την «μοναχική κουρά». Η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος, με τον τρόπο που απεφάνθη, νομίζω ότι αφήνει εμμέσως ανοικτό το ζήτημα της ιερολόγησης του γάμου, αλλά δεν προχωρά περαιτέρω. Έμμεσα αφήνεται στις κατά τόπους Ορθόδοξες Εκκλησίες και στους τοπικούς επισκόπους. Επομένως τουλάχιστον δεν μπορούν πλέον οι συντηρητικοί κύκλοι να «κακολογούν» ως «κριτές» τέτοιες περιπτώσεις.

Στο σημείο αυτό θέλω να σημειώσω ότι αλλαγές πορείας (συχνά μονομερείς) από το δρόμο του γάμου προς το δρόμο της μοναχικής άσκησης έχουμε αρκετές. Η πιο τρανταχτή όμως αποτελεί αυτή του Αγίου Αλεξίου (17/03), του αποκαλουμένου και «Ανθρώπου του Θεού», [12] που μονομερώς το ίδιο βράδυ παρέδωσε το δακτυλίδι του γάμου στην έκπληκτη σύζυγό του μετά την εκκλησιαστική σύναξη και ανεχώρησε κρυφά και μακρυά από τη Ρώμη… μέχρι να επιστρέψει ως κρυφός μοναχός!

Νομίζω ότι στα όρια της καλώς νοούμενης εκκλησιαστικής οικονομίας χρειάζεται περεταίρω θεολογική εξειδίκευση. Πάντως θα μπορούσε για μη εύκολη χρήση του φαινομένου να σταματά η ιερατική πορεία των πιστών αυτών ή (και) να μην ιερολογείται τρίτος ή και δεύτερος γάμος ή να θεωρείται ο 1ος γάμος ως 2ος, όπως ο 19ος κανόνας της εν Αγκύρα τοπικής Συνόδου δέχεται: «σοι παρθενίαν παγγελλόμενοι, θετοσι τν παγγελίαν, τν τν διγάμων ρον κπληρούτωσαν. Τς μέντοι συνερχομένας παρθένους τισν ς δελφς κωλύσαμεν».

VΙΧ. Ζητήματα για το γάμο των ορθοδόξων κληρικών

Όπως γνωρίζουμε η Ορθόδοξη Εκκλησία, συνεχίζοντας την Αποστολική Παράδοση για έγγαμους κληρικούς όλων των βαθμίδων, όπου για τον επίσκοπο ο Απ. Παύλος πρότεινε μεταξύ άλλων «…Δε ον τν πσκοπον νεπληπτον εναι, μις γυναικς νδρα, νηφλιον, σφρονα, κσμιον, φιλξενον, διδακτικν…» (Α΄Τιμ. 3,2 & Τίτ. 1, 6), θεολόγησε ορθά ήδη από την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο (Νίκαια Βιθυνίας, 325 μ. Χ.), παρά κάποιες «πουριτανικές» προτάσεις για αγαμία των κληρικών που «έπεσαν στο τραπέζι». Η πειστική όμως παρέμβαση του Επισκόπου Αφρικής Παφνουτίου απέφερε τη συνέχιση της εκκλησιαστικής παράδοσης για δυνατότητα έγγαμων κληρικών (και επισκόπων). Έτσι η απόφαση της τοπικής συνόδου στην ισπανική Ελβίρα (320 μ. Χ.) για υποχρεωτική αγαμία των κληρικών δεν περπάτησε.

Η υπεροχική λογική στην αγαμία των κληρικών συνεχίστηκε, αφού ο μοναχισμός ως εξαιρετική δυνατότητα διαφορετικής ασκητικής πορείας, ο επηρεασμός των διωγμών και η αλματώδης αύξηση των μοναστηριών δημιούργησαν μεγάλο κίνημα υπέρ του. Έτσι το 535 μ. Χ. είχαμε νομική απόπειρα του Ιουστιανιανού Α΄με την νεαρά 6 (Κεφ. 1) για υποχρεωτική αγαμία των επισκόπων, η οποία και αυτή έπεσε εκκλησιαστικά στο κενό για πάνω από ένα ακόμα αιώνα.

Όμως οι υποστηρικτές της υποχρεωτικής αγαμίας των επισκόπων ή έστω και της αποδοχής των χήρων, με το επιχείρημα της ευκολότερης διαποίμανσης και της πιθανής μειωμένης αντοχής σε επισκόπους με σύζυγο, πόσο μάλλον και με παιδιά, κατάφεραν να πάρουν απόφαση στην Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδο (την εν Τρούλλω εντός των βασιλικών ανακτόρων) το 692 μ. Χ. (5ος κανόνας): «Μηδείς των εν τω ιερατικώ καταλόγω αναφερομένων προσώπων εκτός διάγων γυναίκα κεκτήσθω ή θεραπαινίδα, το ανεπίληπτον εντεύθεν τηρών. Ει δε παραβαίνει τις τα παρ’ ημών κριθέντα, καθαιρείσθω».

Η εφαρμογή αυτού του κανόνα, παρά τα πολλά κύματα που πέρασε από τότε, τελικά επεκράτησε, χωρίς να λείπουν και οι αντίθετες φωνές. Όμως όταν άρχισε η προετοιμασία της Πανορθοδόξου Συνόδου από τις αρχές του 20ου αι. (1923), είχε ήδη μπεί και το διπλό ζήτημα του γάμου των κληρικών (έγγαμοι επίσκοποι ή δεύτερος γάμος ήδη κληρικών των δύο πρώτων βαθμίδων). Όμως η συντηρητική πτέρυγα πολλών Ορθοδόξων επισκόπων, μαζί και με άλλες παρόμοιες στάσεις, δημιούργησε ένα επί πλέον πόλο δυσκολίας για τα θέματα αυτά.

Έτσι η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος της Κρήτης, που είχε να αντιμετωπίσει πιο επείγοντα θέματα, αλλά και το τραύμα της αποχής τεσσάρων τοπικών ορθοδόξων Εκκλησιών, θεολόγησε τελείως γενικά (ΙΙ. 4):  « ερωσύνη ατή καθ’ ατήν δέν ποτελε κώλυμα γάμου, λλ’ μως, συμφώνως πρός τήν σχύουσαν κανονικήν παράδοσιν (κανών 3 τς Πενθέκτης ν Τρούλλ Συνόδου) μετά τήν χειροτονίαν κωλύεται σύναψις γάμου.»

Τι σημαίνουν όλα αυτά; Ας προσπαθήσουμε να τα σχολιάσουμε.

α) Η ακρίβεια και ο Γάμος των Επισκόπων: Θεολογεί ορθά ότι η ιεροσύνη (σε αντίθεση π.χ. με την «ρωμαιοκαθολική εκκλησία») δεν αποτελεί κώλυμα γάμου, χωρίς να αναφέρεται σε βαθμούς ιεροσύνης. Αυτό σημαίνει ότι δύναται να ανοίξει εντός των τοπικών ορθοδόξων εκκλησιών ένας σοβαρός θεολογικός και ποιμαντικός διάλογος για τη δυνατότητα και εγγάμων επισκόπων (όχι εν χηρεία).

Ας δούμε τώρα και δύο σχετικά, αλλά αντίθετα παραδείγματα στον ελλαδικό χώρο. α) Θεωρείται για την Εκκλησία στην Ελλάδα ο τελευταίος έγγαμος επίσκοπος (με παιδιά) ότι είναι ο επίσκοπος Ζακύνθου Νικόλαος (Κατραμής), πριν η Ζάκυνθος προσαρτηθεί στο νεοελληνικό κράτος, που εκλέχτηκε το 1851. β) Επίσης οφείλω να τονίσω ότι η μοναδική παραφωνία στο Πανορθόδοξο Συνέδριο της Ρόδου το 1961 (επί Οικουμενικού Πατριάρχου Αθηναγόρα) για το ζήτημα αυτό ήταν της «Εκκλησίας της Ελλάδος»… [13]

Κατά την προσωπική μου γνώμη, το παράδειγμα του νεοφανούς ρώσου αγίου Αρχιεπισκόπου Λουκά και μεγάλου επιστήμονα ιατρού, κατά κόσμο «Βαλεντίν του Φέλιξ Βόϊνο-Γιασενέτσκι», που αναγνωρίστηκε το Νοέμβριο του 1995 μ.Χ. άγιος από την Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία, χωρίς καμμία αμφσβήτηση από άλλες Εκκλησίες, και ο οποίος έμεινε χήρος σε ηλικία 38 ετών με 4 παιδιά, απέδειξε δια του υποδείγματος ότι τα επιχειρήματα που μπήκαν στην Πενθέκτη οικουμενική Σύνοδο δεν μπορούν να  ισχύσουν εύκολα για την δική μας εποχή. Οι διωγμοί που υπέστη ο νεοφανείς αυτός άγιος, όπου αναγκάστηκε μάλιστα αντί για σύζυγο να στηρίζεται στην ανατροφή των 4 παιδιών του στην «…στη Σοφία Σεργκέγεβνα, μια πιστή νοσοκόμα…», [14] αποκλείουν κάθε τέτοιο επιχείρημα.

Το απολυτίκιό του σε ελληνική εκδοχή μεταξύ άλλων σημειώνει ότι αποτελεί ταυτόχρονα «…εγγάμων τύπος και μοναστών…». Γι αυτό αναμένουμε τις εξελίξεις και αυτού του ενδιαφέροντα ορθοδόξου θεολογικού διαλόγου.

β) Η Οικονομία για το 1ο γάμο μετά την χειροτονία: Όπως ανέφερα και για την δυνατότητα λόγω οικονομίας ιερολογίας του 1ου γάμου μετά την κουρά «μικρόσχημου μοναχού», έτσι και στην περίπτωση της ειδικής ιεροσύνης διακόνων και πρεσβυτέρων (αρχικοί βαθμοί) θα ήταν δυνατόν, με ιδιαίτερη ποιμαντική προσοχή και φειδώ, να δύναται να ακολουθήσει 1ος γάμος, έστω με τον «κανόνα» αποστέρησης κάποιας επόμενης ιερατικής βαθμίδας ή 2ου γάμου, εάν προηγουμένως δεν έχει υπάρξει δήλωση γάμου πριν την χειροτονία.

Αξίζει να σημειωθεί ότι κατά περιόδους η εκκλησία έδωσε με δική της συγκατάβαση τη δυνατότητα του γάμου σε διακόνους μετά την χειροτονία τους με την προϋπόθεση ότι πριν την χειροτονία «είχε δηλωθεί ότι θα επακολουθήσει εν καιρώ ο γάμος τους», αλλά η ποιμαντική αυτή δεν κυριάρχησε κατά την 2η χιλιετηριδα μ. Χ..  Σε μία εποχή όπου και ο γάμος των λαϊκών καθυστερεί για πολλούς κοινωνικούς λόγους, που μερικές φορές μάλιστα αποτελεί μόνο «συμβίωση», το να ξανασυζητηθεί σοβαρά αυτή η παραδοσιακή στάση είναι ποιμαντικά ορθή. Γι’ αυτό θεωρώ ότι ίσως αυτή η κατά καιρούς συγκατάβαση θα μπορούσε να είχε ήδη αποφασιστεί στη Μεγάλη Σύνοδο της Κρήτης του 2016, εάν είχε γίνει και η ανάλογη προεργασία.

γ) Η Οικονομία για το 2ο γάμο των κληρικών μετά την χειροτονία: Κάποιοι κληρικοί χειροτονούνται σε μια σχετική μικρή ηλικία, ίσως και βεβιασμένα, χωρίς κάποιες φορές με άνεση χρόνου να έχουν την «σύζυγο της καρδιάς τους», παρά το γεγονός ότι και τότε τα διαζύγια σε λαϊκούς πληθαίνουν. Πάντως τέτοια διαζύγια έχουν αυξηθεί και σε περιπτώσεις εγγάμων κληρικών. Ανεξάρτητα όμως απ’ αυτό, έχουμε και το φαινόμενο της χηρείας κληρικών σε σχετικά μικρή ηλικία, με ή χωρίς παιδιά. Ο Άγιος Λουκάς Συμφερουπόλεως όντας ακόμη λαϊκός δεν έκανε δεύτερο γάμο, ενώ μπορούσε. Τα τέσσερα όμως παιδιά τα μεγάλωσε κυρίως η αφιερωμένη σ’ αυτά νοσοκόμα, ακόμη και μετά τις χειροτονίες του. Αυτή η αφιέρωση είναι εύκολη και πολύ πιθανή σήμερα; Αμφιβάλλω.

Η ορθόδοξη εκκλησία είναι διαχρονικά υπέρ του γάμου των κληρικών με ακρίβεια, πράγμα που επιβεβαιώθηκε στην 1η Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια, αλλά επιβεβαιώθηκε και στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Κρήτης (2016). Και αυτήν προκρίνει ως κανονική οδό. Γι’ αυτό και ο 1ος εκκλησιαστικός γάμος θεωρείται μέγιστο Μυστήριο, μέσω του οποίου αφενός ιερουργείται το συλλογικό υποκείμενο πέραν της ατομικότητας και αφετέρου εικονίζεται η σχέση Εκκλησίας – Χριστού.

Είναι βεβαίως επίσης γεγονός πως η Εκκλησία ανέχεται το 2ο και 3ο γάμο των λαϊκών και ιερολογείται ο 2ος και 3ος γάμος, με πολλά στοιχεία συγκατάβασης, οικονομίας και συμβολισμών (όπως της διαφορετικής ιερολογίας ή της μη συμμετοχής του ιερέα στο γαμήλιο τραπέζι).

Το ζήτημα αυτό αφορά βεβαίως και το 2ο (αν όχι και τον 3ο) γάμο των ορθοδόξων κληρικών με στοιχεία μεγάλης εκκλησιαστικής οικονομίας. Μια πρώτη απόφαση υπήρξε στο Πανορθόδοξο Σύνεδριο της Κωνσταντινούπολης το 1923 (25/5, 30/5 και 5/6) που αφορούσε κατ’ αρχάς τους δύο πρώτους βαθμούς της ειδικής ιεροσύνης. [15]

Θα αναφέρω όμως και ένα τέτοιο γεγονός για να δείξω ότι αυτό έχει συμβεί κάτω από συλλογική πίεση στην τοπική Εκκλησία της Σερβίας σχετικά πρόσφατα. Τον Μάϊο του 1920 υπήρξε μία συλλογική «επαναστατική πράξη»  από μια μεγάλη ομάδα «εν χηρεία ιερέων» στην τοπική Ορθόδοξη Εκκλησία της Σερβίας. Με αλληλοδιαδοχή ιερολόγησαν μεταξύ τους 2ο γάμο μετά την χειροτονία! Η Εκκλησία της Σερβίας με μεγάλη ποιμαντική προσοχή απευθύνθηκε μέσω των επισκόπων Ζίτσης Νικολάου και Τιμόκ Αιμιλιανού στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Τελικά η Σύνοδος του Οικ. Πατριαρχείου (9/5/1920) ζήτησε από την Εκκλησία της Σερβίας να αποδεχτεί ως μη δογματικό ζήτημα αυτόν τον 2ο γάμο των ιερέων, ενόψει μάλιστα της μελλούσης Οικουμενικής Συνόδου προς έγκριση. [16]

Όμως η Μεγάλη Σύνοδος της Κρήτης το 2016 δεν ακούμπησε το ζήτημα… Ίσως και λόγω της απουσίας – τραύματος των τεσσάρων τοπικών εκκλησιών, της συντηρητικής στάσης παλαιότερα της Εκκλησίας της Ελλάδος (Ρόδος, 1960), αλλά και της προσπάθειας επίλυσης κυριώτερων ζητημάτων, όταν  μάλιστα είχε δημιουργηθεί και ένα μικρό δύκτιο «ζηλωτικών» κύκλων που διεμβόλιζε και άλλες τοπικές εκκλησίες πλην της Ελλάδος. Οψόμεθα όμως…

X. Περί διαζυγίων και εσωτερικών προβλημάτων του γάμου

Φτάνοντας προς το τέλος αυτών των μακροσκελών σχολίων, ήδη βρισκόμαστε αντιμέτωποι με την αύξηση του αριθμού και ίσως ακόμα και του ρυθμού αύξησης των διαζυγίων στους κόλπους των κατά τόπους ορθοδόξων εκκλησιών, όσο και σε ανθρώπους καλής θελήσεως. Βεβαίως εδώ δεν μπορούμε να αναλύσουμε το ζήτημα, ούτε να κάνουμε κοινωνιολογική μελέτη, ούτε να δούμε ομοιότητες και διαφορές κατά τόπους. Έχουμε όμως μιά αίσθηση όλοι, την οποία επιβεβαιώνει η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος (Ι. 11): «Α βαρύταται συνέπειαι τς κρίσεως ταύτης κφράζονται διά τς πικινδύνου αξήσεως το ριθμο τν διαζυγίων, τν μβλώσεων καί πολλν λλων σωτερικν προβλημάτων ες τήν οκογενειακήν ζωήν…».

Το πρόβλημα είναι πολλαπλό, αφορά βεβαίως και άλλες πτυχές των γάμων που δεν διαλύονται, αλλά αφορά πρωτίστως και τις υπόλοιπες πλευρές της κοινωνικής και στενότερης εκκλησιαστικής ζωής. Όλα κατ’ αρχήν είναι αλληλένδετα. Βρισκόμαστε αφενός στον δυτικό κόσμο σε μιά προχωρημένη και νέας έντασης εποχή καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης και αφ’ ετέρου στο χώρο της χριστιανοσύνης σε μια πολυδιάσπαση. Το πρώτο γενικότερο φαινόμενο εκφράζεται με την κυριαρχία των δήθεν ατομικών δικαιωμάτων έναντι των συλλογικών, τα οποία συχνά κατηγορούνται δικαίως ή αδίκως ως συντεχνιακά, εθνικιστικά, παραταξιακά. Το δεύτερο αφενός αποτελεί αποτέλεσμα τόσο μιάς διεργασίας πάνω από μία χιλιετηρίδα, όσο και της μη ολοκληρωμένης ζωής και ρόλου στο επίπεδο των πραγματικών αναγκών της θεσμικής ορθόδοξης εκκλησίας και σε συλλογικό και σε προσωπικό επίπεδο, παρά τις πολλές και έντονες προσπάθειες.

Θα ήθελα να επιμείνω σε μερικούς γενικούς άξονες που τους θεωρώ ότι μπορούν και πρέπει να αποτελέσουν τη βάση για τον ευρύτερο και στενότερο ποιμαντικό ρόλο των κατά τόπους ορθοδόξων εκκλησιών, την οποία και θεωρητικά αποφάσισε η Σύνοδος (Ι.11): «…Α συνέπειαι αται εναι μία μεγάλη πρόκλησις διά τήν ποστολήν τς κκλησίας ες τόν σύγχρονον κόσμον, διό καί ο ποιμένες τς κκλησίας φείλουν νά καταβάλλουν πσαν δυνατήν προσπάθειαν διά τήν ντιμετώπισιν τν προβλημάτων ατν….»:

α) Να εμβαθυνθεί η θεολογία του ορθοδόξου γάμου και να συνδεθεί ταυτόχρονα θεωρητικά και πρακτικά με την Ευχαριστιακή Σύναξη, αφού η ζεύξη αυτή του γάμου τελικά οφείλει να είναι «εικόνα και ομοίωση» της Ευχαριστιακής Σύναξης!

β) Να διορθωθούν λανθασμένες και άλλων εποχών ιστορικές παγιώσεις και να μη ταυτίζονται όλες με αθεολόγητες εμμονές ότι δήθεν αποτελούν ζώσα Παράδοση.

γ) Να ληφθεί υπόψη η σύγχρονη αθεολόγητη εποχή, η επιφανειακή ηθικιστική ή ανήθικη «θεολογία»/ «ανθρωπολογία» και κυρίως η παγκόσμια ιδεολογική επίθεση προς τον «συλλογικό άνθρωπο» που κατ’ αρχήν εκφράζεται με την μόνιμη έγγαμη ζωή, δηλαδή με την σύζευξη του γάμου και κατ’ επέκταση την οικογενειακή ζωή, έστω και πυρηνική.

δ) Να αυξηθεί η εκκλησιαστική οικονομία στην κατεύθυνση της στήριξης του γάμου, χωρίς να παρακάμπτεται η θεολογία των κανονικών προϋποθέσεων στερέωσής του και πνευματικής αύξησής του.

ε) Εν τέλει, η ορθή έκκληση της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου να μη μείνει μόνο θεωρητική, αλλλά και να «σαρκωθεί» (Ι. 11): «… ρθόδοξος κκλησία καλε ν γάπ τά τέκνα ατς καί λους τούς νθρώπους καλς θελήσεως νά περασπισθον τήν πιστότητα ες τήν ερότητα τς Οκογενείας».

Σημείωση: Για πολλά εσωτερικά προβλήματα σε πυρηνικούς γάμους μεταξύ ορθοδόξων πολλά θα μπορούσαμε να σημειώσουμε για τη θεολογία τους και την ποιμαντική τους αντιμετώπιση. Θα θίξω μόνο ένα απ’ αυτά που εκφράζει την «ατομικότητα» μέσα στη «συζυγία». Είναι δυνατόν η απάντηση στην παλαιά πατριαρχικού τύπου οικονομική διαχείρηση της οικογένειας (και μάλιστα μη πυρηνικής), όπου ο διαχειριστής ήταν ο… παππούς και ελάχιστες φορές η  … γιαγιά, η απάντηση να είναι τα ξεχωριστά ταμεία μεταξύ των συζύγων και μάλιστα κατά άλλα υπέρμαχων της θρησκευτικότητας και της πολυτεκνίας;

Το ζήτημα της έλλειψης του κοινού ταμείου, που αποτελεί πνευματικά και πρακτικά ένα από τα γήινα θεμέλια οποιουδήποτε γάμου με ανθρώπους «καλής θέλησης»,   εκφράζει την πιο ακραία μορφή υποταγής στην σύγχρονη εκκοσμίκευση και στις αξίες του σημερινού καπιταλισμού των «ατομικών δικαιωμάτων». Πρόκειται δηλαδή για το πιό τρανταχτό «αστοχριστιανικό υπόδειγμα» στις απαρχές της σμίλευσης του συλλογικού ανθρώπου!

XΙ. Επιλεγόμενα

Σχολιάζοντας τελικά αρκετά αναλυτικά το ζήτημα του γάμου, ίσως επειδή ο υποφαινόμενος είναι έγγαμος με μακρά προσωπική και οικογενειακή πείρα, η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος πήρε σημαντικές αποφάσεις, αλλά δεν τις έφερε όλες μέχρι το τέλος.

α) Όσον αφορά το δογματικό και κανονικό μέρος των αποφάσεων ήταν «επόμενη των Αγίων Πατέρων» και οι αποφάσεις της θα αποτελέσουν θεμέλιο για την όλη θεολογία του γάμου στη σύγχρονη ρευστή και παγκοσμιοποιημένη σε σαθρές βάσεις εποχή.

β) Στα ζητήματα εκκλησιαστικής οικονομίας ήταν σημαντικά θετική, αλλά ίσως λειψή. Πρώτον θεολόγησε ορθά για την ανάγκη της εκκλησιαστικής οικονομίας. Δεύτερον άφησε σοφά προς το παρόν κάποιες αποφάσεις στις κατά τόπους Εκκλησίες, όπως άμεσα στο ζήτημα της ιερολογίας του γάμου μεταξύ ορθοδόξων και ετεροδόξων χριστιανών και έμμεσα στον 1ο γάμο μετά την κουρά σε μοναχούς. Τρίτον θεολόγησε ορθά για τον γάμο των κληρικών χωρίς διαχωρισμούς βαθμίδων. Άφησε όμως ανοικτά τα ζητήματα της εκκλησιαστικής οικονομίας για το μέλλον. Εξάλλου όταν αυτά χρονίζουν αιώνες, δεν μπορούν και να λυθούν μονομιάς.

γ) Ήταν σαφής στα όρια της εκκλησιαστικής οικονομίας και μέσα στη ορθόδοξη θεολογία του γάμου, όσον αφορά σε μια σειρά ζητήματα: Πρώτον θεολόγησε ορθά περί των δύο φύλων. Δεύτερον ξεκαθάρισε ορθά τα όρια για την διγαμία και την τετραγαμία. Τρίτον επιμένει ορθά για την κανονικότητα των κωλυμάτων του ορθοδόξου γάμου. Τέταρτον ορθά θεολόγησε ότι δεν μπορεί να υπάρξει κανονική ιερολογία του γάμου μεταξύ ορθοδόξου και μη χριστιανού.

δ) Άφησε ανοικτά ζητήματα. Πρώτον δεν ασχολήθηκε για την ιερολογία μεταξύ ορθοδόξων εντός της Ευχαριστιακής Σύναξης, έστω και ως δυνατότητας. Δεύτερον δεν έδωσε το έναυσμα ούτε ως κατεύθυνση για τη δυνατότητα και ξεχωριστής ιερολογίας του ορθοδόξου αρραβώνα. Τρίτον άφησε για το μέλλον το ζήτημα της εκκλησιαστικής οικονομίας για το γάμο των κληρικών (γάμος μετά την ειδική ιεροσύνη, 2ος γάμος κληρικών και έγγαμοι επίσκοποι). Τέταρτον δεν άνοιξε το ιδιαίτερο ζήτημα της ποιμαντικής απέναντι στους μεσοφυλικούς ή διαφυλικούς ως πρόσωπα, πολύ δε περισσότερο μεταξύ συμβιούντων του ιδίου φύλου.

XΙΙ. Παράρτημα 2ο

1) ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟΝ ΤΟΥ ΓΑΜΟΥ ΚΑΙ ΤΑ  ΚΩΛΥΜΑΤΑ ΑΥΤΟΥ. Πηγή:  https://www.holycouncil.org/-/marriage?_101_INSTANCE_VA0WE2pZ4Y0I_languageId=el_GR

2) ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΛΟΙΠΟΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΝ ΚΟΣΜΟΝ. Πηγή: https://www.holycouncil.org/-/rest-of-christian-world?_101_INSTANCE_VA0WE2pZ4Y0I_languageId=el_GR

Πάτρα, Μεγάλη Τεσσαρακοστή και Πασχάλιο του 2017, Σύναξη του Αγίου Αποστόλου Ιωάννου του Θεολόγου, 08 Μαΐου 2017

* Ο Παναγιώτης Α. Μπούρδαλας είναι πτυχιούχος θεολογίας, εργάζεται ως φυσικός στην δευτεροβάθμια εκπ/ση, είναι έγγαμος με την Ιωάννα Σ. και πατέρας τεσσάρων ενήλικων τέκνων. Αρθρογραφεί συχνά την τελευταία δεκαετία και συμμετέχει ενεργά κατά περιόδους σε πολιτισμικές και συνδικαλιστικές συλλογικότητες.

Παραπομπές

…………………………….

 [12] Ημερομηνία εορτής: 17/03. Μικρός συναξαριστής:  http://www.saint.gr/3306/saint.aspx

[13] Τα είδα και στο βιβλίο «Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΜΟΥ Ο ΔΕΣΠΟΤΗΣ, Δημ. Γ. Χατζηαποστόλου, 2005, σελ. 323).

[14] Ημερομηνία εορτής: 11/06. Μικρός συναξαριστής:  http://www.saint.gr/1972/saint.aspx

[15] Το είδα και στο βιβλίο «Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΜΟΥ Ο ΔΕΣΠΟΤΗΣ, Δημ. Γ. Χατζηαποστόλου, 2005, σελ. 393).

[16] Το είδα και στο βιβλίο «Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΜΟΥ Ο ΔΕΣΠΟΤΗΣ, Δημ. Γ. Χατζηαποστόλου, 2005, σελ. 365-367).

***********